Μιλώντας για λίγο με τον "άγνωστο" Παϊτέρη

2021-08-31 03:28

[Τα γεγονοτα και τα πρόσωπα που ακολουθούν είναι πέρα για πέρα αληθινά.]

Πόσες φορές έχεις περάσει δίπλα από κάποιον διάσημο, έχεις σταθεί και παρατηρήσει πόσο διαφορετικός δείχνει από την τηλεόραση (επειδή δεν έχει δέκα τόνους μακιγιάζ και δέκα προβολείς πάνω του, ίσως) κι έπειτα συνέχισες τη μέρα σου έχοντας να λες πως είδες τον τάδε στο δρόμο; Μια και δυο, λογικά. Ή ίσως και ποτέ.

Ως τώρα έχω βρεθεί κατά τύχη κοντά σε τηλεοπτικές περσόνες (θα ξεχάσω τη μέρα που παρήγγειλα καφέ στου Γρηγόρη δίπλα στον Θανάση Ευθυμιάδη;) ή/και ηθοποιούς (πήρα το ίδιο καράβι για Νάξο με την Καίτη Κωνσταντίνου, είδα μέσα από το αυτοκίνητο τη Γιούλικα Σκαφιδά και πέτυχα σε κάποιο λεωφορείο την Έρση Μαλικένζου!). Τους κατάλαβα όμως, έστω και τελευταία στιγμή.

Θα μου μείνει πάντα αξέχαστο το ρεζιλίκι, όμως, να έχω στήσει κουβέντα με πολύ γνωστό τραγουδιστή για τουλάχιστον μια ώρα, χωρίς να έχω ιδέα για το ποιος είναι (και μάλιστα μέσα μου λιγάκι φοβόμουν)

Δεκαενιά χρονών τότε η Άννα, δεύτερος χρόνος στο Πάντειο, ψάχνει δουλειά. Και βρίσκει, σε τότε γνωστό κακόφημο μαγαζί πάνω στη Συγγρού. Δουλειά την οποία αφήνει μερικούς μήνες μετά (κι αρκετά κομμένα μαθήματα) και βγαίνει πάλι στη γύρα… Κι επειδή τη Συγγρού είχα την αίσθηση πως την είχα μάθει περπατώντας την τα βράδια μετά τη βάρδια στη δουλειά, πήρα να την ανεβαίνω μπας και βρω κάποιο άλλο, λιγότερο κακόφημο μαγαζί που να ζητάει οτιδήποτε, από καφέ μέχρι λάντζα και από σέρβις μέχρι καθάρισμα σκάλας για να βγάλω το πολυπόθητο «χαρτζιλίκι» μου για το οποίο χρόνια άκουγα και ποτέ δεν είχα δει.

Και βρίσκομαι έξω από ένα, καινούριο τότε μαγαζί, τη «Λα Μπουάτ». Λέω κι εγώ «Μπουάτ», παλιομοδήτικο ακούγεται, μουσικούλα θα παίζει, ας ρωτήσω αν θέλουν σερβιτόρα. Μπαίνω λοιπόν, άνετη (όσο άνετη μπορεί να είναι μια εντελώς αδαής κοπέλα στα δεκαεννέα της χρόνια) και κοιτάω γύρω-τριγύρω. Τραπεζάκια, καρεκλίτσες, μια μικρή πίστα και μια πολύ όμορφη κοπέλα με μαύρα μαλλιά και υπέροχη φωνή να κάνει πρόβα με έναν νεαρό κιθαρίστα. Σε ένα τραπέζι κάθεται ένας ευγενικός ηλιοκαμένος κύριος, μαυρομάλης, γύρω στα πενήντα (μου φάνηκε). Τον χαιρετάω και ρωτάω αν ξέρει τον ιδιοκτήτη κι αν ψάχνουν για σερβιτόρες στο μαγαζί αυτόν τον καιρό.

«Εγώ το έχω το μαγαζί, κορίτσι μου» μου λέει. Και όντως ψάχνει για σερβιτόρες ο κύριος….;

«Βασίλης, χάρηκα.» Εγώ να δεις μια χαρά που πήρα που μυρίστηκα δουλίτσα! Μιλάμε λίγο, του λέω ότι σπουδάζω λίγο πιο κάτω, ότι χρειάζομαι τα χρήματα. Εκείνος όσο μιλάμε με «κόβει» διακριτικά και μου λέει πως, αν θέλω, μπορώ να δοκιμάσω να χορέψω κι όλας στο μαγαζί!

Εκεί μαζεύομαι. Από την προηγούμενη δουλειά θυμάμαι πως νύχτα και χορός δεν είναι καλό πράγμα. Του λέω την άσχημη εμπειρία μου, ξέρει το μαγαζί, φρίττει που έρχομαι από εκεί και σταυροκοπέται. «Όχι κορίτσι μου, εμείς είμαστε οικογενειακό μαγαζί, δεν κάνουμε τέτοια!» Φαίνεται έντιμος, μου σκάει κι ένα εκθαμβωτικό κατάλευκο χαμόγελο, είναι κι ευγενής… Ηρέμησα κάπως. Αλλά του είπα ευγενικά ότι από χορό δεν σκαμπάζω, είμαι και ντροπαλή, αν με θέλει για σερβιτόρα καλώς.

«Να σου πω…» μου λέει κάποια στιγμή «τραγουδάς καθόλου;»

Αμ πως δεν τραγουδάω, κύριε Βασίλη μου; Καημό το έχω, γιατί μου αρέσει το τραγούδι, αλλά είμαι λίγο παράφωνη και πολύ ντροπαλή.

«Δεν έχω καλή φωνή.» του λέω, και σίγουρα έχω κοκκινίσει. Εκείνος δεν πείθεται, κάνει νόημα στο παιδί στην πίστα να του δώσει  την  κιθάρα του, κάθεται κοντά μου και παίζει μερικές νότες.

«Με τη φωνή σου μπορείς να τις πιάσεις τις νότες;» Μπορώ. Δεν ακούγομαι και τελείως αίσχος. Παίζει μια απλή μελωδία, την επαναλαμβάνω κι έτσι όπως κάθεται, λέει στην κοπέλα που τραγουδούσε τόση ώρα να μου δώσει το μικρόφωνο. «Ανέβα και πες ένα τραγούδι!»

Έτσι στην ψύχρα. Η κοπέλα με κοιτάει και γελάει με το δίκιο της, εγώ όπως-όπως προσπαθώ να τραγουδήσω Ασλανίδου (μα τι το ‘θελα η έρμη;). Προφανώς τα πάω χάλια, αφήνω το μικρόφωνο σιχτιρίζοντας την ώρα και τη στιγμή που το έπιασα, αλλά ο κύριος Βασίλης δεν δείχνει να πτοείται.

«Κοίτα, σου λείπει η εμπειρία αλλά έχεις καλή φωνή. Στο λέω εγώ που τραγουδάω χρόνια και ξέρω. Θέλεις να σου μάθω να τραγουδάς, κι αν είσαι καλή, ξεκινάς με το σερβίρισμα και μετά λες και κανένα τραγουδάκι εδώ με τα παιδιά.»

Με τα πολλά κι όσο πιο ευγενικά μπορώ του λέω πως ήρθα απλά για να σερβίρω, πως μου αρέσει το τραγούδι αλλά δεν είμαι και τόσο σίγουρη ότι μπορώ και πως, εν τέλει, δεν τον ξέρω τον άνθρωπο για να μου κάνει και μαθήματα.

«Βρε, με ξέρεις ποιος είμαι;»

«Συγγνώμη αλά όχι. Είστε πολύ γνωστός;»

«Είμαι ο Βασίλης ο Παϊτέρης

Κενό στο μυαλό μου και στα αυτιά μου πουλάκια, αλλά δεν θέλω να πω και ψέματα.

«Συγγνώμη, αλλά δεν σας ξέρω.»

«Είσαι μικρή ακόμη. Να, αν πάρεις τη μάνα σου ένα τηλέφωνο και της πεις ποιος είμαι, θα με ξέρει!»

«Τι να σας πω, μπορεί...»

Και προφανώς πήρα τη μάνα μου τηλέφωνο, η οποία με άκουσε έκπληκτη από το τηλέφωνο να της λέω «Ρε μάνα, έχω έρθει εδώ για σερβιτόρα κι ένας Βασίλης Παϊτέρης μου λέει να μου μάθει να τραγουδάω. Τον ξέρεις;»

Και δεν θα το πιστέψεις, τον ήξερε! Κι όχι μόνο τον ήξερε, αλλά της άρεσε κι όλας.

Εννοείται πως δεν έπιασα δουλειά στη Λα Μπουάτ, επειδή από την ντροπή μου και μόνο δεν τόλμησα να πάρω τηλέφωνο ούτε για αρνητική απάντηση. Αλλά το CD με το αυτόγραφο και την αφιέρωση που μου έγραψε πρέπει να έχει μείνει σε κάποιο συρτάρι ή στο πορτάκι του αυτοκινήτου. (Για κάποιο λόγο όλη μου η οικογένεια έλεγε για καιρό αργότερα τι κρίμα που δεν δέχτηκα την πρόταση, τι καλός άνθρωπος που είναι και πόσα θα είχα μάθει αν είχα δουλέψει μαζί του. Εγώ, η άσχετη κι άμουση του τότε δεν ένιωθα να έχω χάσει κάτι. Χρόνια αργότερα, όταν το ξανασκέφτηκα, μου έριξα με ωραιότατη μούτζα και συνέχισα τη ζωή μου βρίζοντας.) 

Λίγες πληροφορίες για τον (πολύ) γνωστό τραγουδιστή Βασίλη Παϊτέρη μπορείς να βρεις εδώ https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%92%CE%B1%CF%83%CE%AF%CE%BB%CE%B7%CF%82_%CE%A0%CE%B1%CF%8A%CF%84%CE%AD%CF%81%CE%B7%CF%82 και φυσικά υπάρχει ολόκληρη μεριά του Youtube αφιερωμένη στο είδος της μουσικής που υπηρετεί για (πολλά) χρόνια.

[Αν, λόγω μνήμης, έχασα κάτι από τη συζήτηση ή παραποίησα ελαφρά κάποια λόγια και τύχει να το διαβάσει αυτό ο κύριος Παϊτέρης, ας με συγχωρήσει.]