Βάλε μου τα γυαλιά

2017-05-30 19:53

Μετά από δύο χρόνια συνεχούς χρήσης γυαλιών οράσεως, ήρθε η στιγμή που φοβόμουν: Η στιγμή που δεν μπόρεσα να δω την ανακοίνωση του μετρό σε εκείνες τις καθόλου πρακτικές ταμπελίτσες που έχουν κρεμασμένες από το ταβάνι, ειδικά για να ξελαιμιαζόμαστε εμείς που δεν έχουμε λαιμό καμηλοπάρδαλης. All jokes aside, τα μάτια που παραποιούνταν πιο συχνά απ’ ό,τι συνήθως, χάνοντας την εστίασή τους όταν προσπαθούσα να δω κάτι από πολύ κοντά, κάνοντας τα γνωστά σε όλους μας «πουλάκια» ακόμη και για τα πιο απλά πράγματα. Θες γιατί ο σίδηρός μου είχε πέσει στο μηδέν σχεδόν (πράγμα που, όπως έμαθα αργότερα, επηρεάζει και τα μάτια), θες γιατί η κατασκευή των γυαλιών μου δεν ήταν σωστή έτσι κι αλλιώς (τα κέντρα των φακών ήταν στην Αμερική, κι όχι πάνω στις κόρες μου…), θες γιατί μεγαλώνω κι εγώ σιγά-σιγά, η ζημιά έγινε. Πάμε για καινούρια γυαλάκια, λοιπόν, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Μάνα και κόρη (η υποφαινόμενη) ξεχύθηκαν στους δρόμους (ζήλεψε και ήθελε πολυεστιακά γυαλιά), παίρνοντας πρώτα το δρόμο για το κοντινότερο ΙΚΑ. Εγώ από μέσα μου έβριζα, πιστεύοντας ότι ο ελεγκτής που έπρεπε να σφραγίσει τις συνταγές μας θα είχε μια ουρά από εδώ μέχρι απέναντι, αλλά ευτυχώς έκανα λάθος. Η πρώτη φάση της επιχείρησης «Βάλε μου τα Γυαλιά» στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία.

Πάμε στο δύσκολο κομμάτι. Καλά σφραγίσαμε τις συνταγές. Άντε τώρα να βρεις τα γυαλιά που ταιριάζουν στο πρόσωπό σου! Περάσαμε από τρία μαγαζιά και τουλάχιστον τριάντα σκελετούς η καθεμία μέχρι να καταλήξουμε στον ένα και μοναδικό που μας άρεσε. Και κάθε φορά ήταν η πρώτη φορά, γιατί – φυσικά - ο οπτικός θέλει να σου πουλήσει ό,τι έχει στα ράφια του, και θα προσπαθήσει να σε πείσει πως ο τεράστιος σκελετός πεταλούδας σε χρώμα σαπισμένο ροδακινί είναι ιδανικός για το πρόσωπό σου ενώ είναι ηλίου φαεινότερο ότι σε κάνει να δείχνεις σαν τον πισινό του μανδρίλου (ο οποίος είναι κατακόκκινος και πρησμένος, για όσους δεν ξέρουν)

 

#1 «Τα φρύδια σου, καμάρι μου…»

Η πρώτη, ευγενέστατη κυρία που μας υποδέχτηκε στο μαγαζί της, ήταν γύρω στα πενήντα. Προσεγμένη, καλοφτιαγμένη, δεν δίστασε να κοιτάξει σχεδόν με απέχθεια τα γυαλιά μου, να αποφανθεί πως «η δουλειά που έχει γίνει πάνω τους δεν είναι σωστή!» και να μου βγάλει μερικούς από τους πιο άσχημους σκελετούς που έχω δει ποτέ μου για να δοκιμάσω. Μεταξύ αυτών και ένας-δύο στρογγυλοί που – ανάθεμα τον όποιο σχεδιαστή τα έβγαλε από τις πύλες της κολάσεως! – είναι ΠΑΛΙ στη μόδα. Εμένα, βέβαια, με κάνουν να δείχνω σαν τον Μπαρμπα-Μυτούση, αλλά αυτό δεν έχει καμία σημασία!

Η συγκεκριμένη κυρία, αφού μου έδωσε ό,τι πιο κακόγουστο είχε το μαγαζί, φροντίζοντας στο ενδιάμεσο να παίρνει στα χέρια της τα γυαλιά μου και να τονίζει πόσο άσχημες καμπύλες έχουν τα μπράτσα και πως η ίδια ποτέ δεν θα το έκανε αυτό σε ένα ζευγάρι γυαλιά, έβγαλε τελικά κι έναν σκελετό που μου άρεσε. Κυρίως, δεν με έδειχνε σαν να είχα βγει μόλις από κάποια ταινία τρόμου. Φοράω λοιπόν κι εγώ, αμέριμνη, τα γυαλάκια και σκέφτομαι «Εδώ είμαστε.» Καλή εφαρμογή, ωραίο χρώμα, διακριτικό…. Γυρνάω προς τη διοπτροφόρο μητέρα μου, της άρεσαν. Χάρηκα εγώ, χαμογελάω, γυρνάω στην πωλήτρια…

«Ωραία είναι, σου πάνε… Αλλά μήπως πρέπει να σκεφτείς να βγάλεις λίγο τα φρύδια σου βρε κορίτσι μου;»

«Ντοοοοον» ακούστηκε ο ήχος του γκονγκ στο κεφάλι μου. «Κι άλλο;» ρωτάω, ελλείψει άλλης απάντησης κι εμφανώς εμβρόντητη.

«Τι εννοείς κι άλλο;» συνεχίζει εκείνη ακάθεκτη, κοιτώντας τα φρύδια μου. Όχι τα γυαλιά και το πώς στέκονται πάνω στη μύτη μου. Η οπτικός. Τα φρύδια μου. «Καταλαβαίνω πως είναι στη μόδα τα έντονα φρύδια, αλλά η ταπεινή μου γνώμη είναι αυτή.» Έχω μείνει παγωτό και την κοιτάω μην ξέροντας τι να πω, ενώ εκείνη συνεχίζει να κουνάει καταφατικά το ξανθό κεφάλι της, συμφωνώντας με τον εαυτό της.

Ότι θα μου έδινε οπτικός συμβουλές για τα φρύδια μου – και μάλιστα χωρίς να το ζητήσω – δεν το περίμενα. Και, για να είμαι ειλικρινής, δεν μου έχει ξανατύχει όσα χρόνια θυμάμαι να έχω φρύδια. Ή γυαλιά.

Εννοείται ότι φύγαμε με συνοπτικές διαδικασίες και όσο πιο γρήγορα γινόταν.

 

#2 Total Black

Επειδή στο πρώτο μαγαζί είχα επικεντρωθεί κυρίως στο μαύρο, αποφάσισα στο δεύτερο να δώσω μια ευκαιρία και στα σκούρα κόκκινα ή μπλε χρώματα. Όταν μπήκαμε στο οπτικάδικο, η πωλήτρια εξηγούσε τις βασικές λειτουργίες του γυαλιού σε έναν κύριο απροσδιορίστου ηλικίας, που σίγουρα μπορούσε να περηφανευτεί για τη γνωριμία του με τον Μαθουσάλα, και συν τοις άλλοις ήταν σίγουρα κουφός. Οπότε η γυναίκα επαναλάμβανε αρκετές φορές ό,τι ήθελε να πει («Τα γυαλιά τα φοράτε χαμηλά στη μύτη, χαμηλά στη μύτη κύριε Τάδε μου, εντάξει; Εντάξει κύριε Τάδε μου; Χαμηλά στη μυτούλα!») Ο κύριος Τάδε την κοιτούσε σαν να του εξηγούσε πυρηνική φυσική και παραπονιόταν πως τα γυαλιά του δεν έσφιγγαν αρκετά τη μύτη του, εκείνη προσπαθούσε να του εξηγήσει ότι τα γυαλιά δεν είναι μέγγενη κλπ κλπ κλπ….

Όταν ήρθε η σειρά μας (όταν ο κύριος Τάδε είχε ακούσει όνομά του καμια δεκαπενταριά φορές δηλαδή και κατάφερε να περπατήσει σώος μέχρι την πόρτα) καθίσαμε στις αντικριστές καρέκλες που έχουν όλα τα καταστήματα με γυαλιά, και η κάθιδρη οπτικός μας κοίταξε σαν να επρόκειτο να τη φάμε (πράγμα που μου φάνηκε πολύ παράξενο, καθώς συνήθως σε αυτή τη θέση βρίσκομαι εγώ…) Για να αποφύγω το κομφούζιο από στοίβες σκελετών σε αποχρώσεις παντός τύπου αν έλεγα απλώς «χρωματιστά», είπα στην ευγενική οπτικό πως θέλω να δω σχετικά μικρούς, σκούρους σκελετούς. Η οπτικός που, εκτός από ευγενική ήταν και πολύ αγχωμένη, μου αράδιασε δέκα γυαλιά που, εκ πρώτης όψεως ήταν ακριβώς τα ίδια (!) κι έφυγε να εξυπηρετήσει ένα τρίχρονο κοριτσάκι που ωρύονταν ότι «χρειάζεται γυαλιά!» σε όποιο τόνο και μήκος κύματος μπορεί να φανταστεί κανείς.

Και μείναμε, μετά της μητρός, να κοιτάμε τους πανομοιότυπους, ολόμαυρους, τεράστιους, τετράγωνους σκελετούς, υπό τον ήχο της μικρής σβούρας που έκοβε βόλτες γύρω μας και μπλεκόταν στα πόδια της πωλήτριας όση ώρα προσπαθούσε να της βρει γυαλιά. Τελικά τζάμπα ανησυχούσα πως θα προκαλέσω κομφούζιο.

 Κανένας σκελετός δεν μου έκανε διότι – καταραμένα γονίδια - έχω μικρό πρόσωπο με ελάχιστες γωνίες, στενούς κροτάφους και μύτη που κάνει όλες τις γυαλαμπούκες να πέφτουν προς τα κάτω. Κι ενώ κοιτούσα στον κοντινότερο καθρέφτη σαν κλαμένο μύδι, εμφανίζεται ως δια μαγείας μπροστά μου ένας κόκκινος σκελετός που έσωσε τη μέρα μου! Τον κρατήσαμε λοιπόν στην άκρη, πήραμε μια τιμή για τα πολυεστιακά της μαμάς (άουτς) και φύγαμε, αφήνοντας τη δόλια οπτικό να πάρει μια ανάσα.

 

#3 «Μπζζζζζζζζζ»

Αφού περάσαμε από τον Γολγοθά των δύο πρώτων οπτικών, είχαμε πάρει το κολάι. Μπήκαμε αεράτες στο τρίτο και – όπως ελπίζαμε – τελευταίο μαγαζί. Βρεθήκαμε μπροστά σε μια φουριόζα και κάπως εκνευρισμένη οπτικό που είχτο ύφος «γιατί με ενοχλήσατε τώρα;» όσο της λέγαμε τι χρειαζόμαστε. Άρχισε να ανοίγει συρτάρια με απίστευτη ταχύτητα και – ακόμη πιο γρήγορα – να μου δίνει τον ένα σκελετό μετά τον άλλο, σαν να βιαζόταν ότι δεν θα προλάβαινα να δοκιμάσω και το τελευταίο γυαλικό που είχε στο μαγαζί της (σιγά αγάπη μου, μόνο δύο χέρια έχω!), με όλο και περισσότερο νεύρο και λέγοντας κάθε τόσο «Έχεις και μικρό πρόσωπο…» λες κι έφταιγα! Τελικά, ανάμεσά σε όσους σκελετούς μου έδωσε τους ήταν κι ένας που μου άρεσε, οπότε τον έβαλα στην άκρη και ξένοιασα λιγάκι, έχοντας πλέον όλο το χρόνο να απολαύσω τη σκηνή που παίχτηκε ανάμεσα στην φουριόζα οπτικό και τη μητέρα μου.

Η μάνα μου έχει το εξής αγαπημένο χρώμα: το κόκκινο. Ε, η πωλήτρια της έδωσε οτιδήποτε πέρα από αυτό, προσπαθώντας μάλιστα να την πείσει πως ένα τεραστίου μεγέθους γυαλί, σε χρώμα μπλε της φουρτουνιασμένης θάλασσας με πράσινες βουλίτσες της πήγαιναν. Το ίδιο έκανε και με ένα καραμπαμπάμ φούξια φωσφοριζέ σκελετό σε σχήμα πεταλούδας που ήταν τρία νούμερα μεγαλύτερο από το πρόσωπό της.

«Μα δεν είναι μεγάλο;»

«Μα τι λέτε, σας πηγαίνει πάρα πολύ! Είναι πολύ ωραίο το χρώμα!»

«Μα δεν είναι ΠΟΛΥ μεγάλο; Δεν μου αρέσει και τόσο…»

«Μα τι λέτε;!;!» (Η επιμονή της συγκεκριμένης ήταν τόσο μεγάλη που σε έκανε να σκέφτεσαι ότι θα μπορούσε να σου πουλήσει με το ζόρι το οτιδήποτε αν δεν τη σταματούσες. Να σημειωθεί ότι η ίδια φορούσε τεράστια γυαλιά σε σχήμα πεταλούδας, τόσο κακόγουστα που απλά ήθελα να τα πάρω και να τα πετάξω από το παράθυρο.)

Με το ζόρι, και μετά από πολλή πίεση (από εμάς….) καταφέραμε να συμφωνήσει η οπτικός (!) να δώσει στη μητέρα μου κάτι που να της πηγαίνει. Βέβαια χρειάστηκε να επιχειρηματολογήσουμε (εμείς… οι πελάτισσες…) λιγάκι παραπάνω, αλλά χαλάλι. Τουλάχιστον βρήκαμε γυαλιά.

Σε όσους κάνουν το μεγάλο βήμα να αναζητήσουν τα δικά τους γυαλιά, πρώτα ή δεύτερα, ή απλώς επόμενα, να ευχηθώ καλό κουράγιο. Το χρειάζονται για να επιβιώσουν από το «κακό μάτι» των οπτικών που θέλουν, με το ζόρι και τα έτσι θέλω, να τους βάλουν τα λάθος γυαλιά…

Until next time.

Από τη Melane με αγάπη…

 

 

  Μπορείτε να γράψετε εδώ ...